Μετά την τεράστια επιτυχία της σειράς «Μαύρα μεσάνυχτα», προσγειώθηκε στη θεατρική σκηνή του music hall «Casablanca», όπου ανέβασε ένα δικό της έργο με τον τίτλο «No, Shakespeare please». Ο λόγος για την Μπέσυ Μάλφα, η οποία κατάφερε να κάνει ένα από τα πιο επιτυχή θεατρικά ανεβάσματα τη φετινή άνευρη θεατρική Αθήνα.
- Μπέσυ, πώς σου προέκυψε η δημιουργία του θεατρικού έργο «No, Shakespeare please»;Να κάνω μια διευκρίνιση πριν απαντήσω ότι ο τίτλος του έργου δεν εννοεί «Οχι Σαίξπηρ παρακαλώ». Υπάρχει ένα κόμμα μετά το όχι και ουσιαστικά λέει το εντελώς αντίθετο. «Οχι, Σαίξπηρ παρακαλώ». Στο επισημαίνω αυτό γιατί πολλοί θεώρησαν ότι λέμε όχι στον Σαίξπηρ, ενώ λέμε το διαμετρικά αντίθετο. Το έργο γράφτηκε το 1997. Μόλις είχα επιστρέψει στη δουλειά μετά τη γέννα μου και έκανα πρόβες στο θέατρο «Αμόρε», το οποίο, αν είναι δυνατόν, έχει γίνει πλέον σούπερ μάρκετ, στο έργο «Βαλς εξιτασιόν», στο οποίο έπαιζε και ο Κώστας Ζαχαράκης. Ο Κώστας λοιπόν, που μου θύμιζε Ντέιβιντ Μπάουι και μου έφερνε μνήμες από την εποχή της glam rock, αποτέλεσε την έμπνευσή μου για να γράψω ένα θεατρικό τραγούδι και στη συνέχεια ένα ολόκληρο θεατρικό έργο. Αυτό το έργο είναι το «No, Shakespeare please».
- Και σου πήρε δώδεκα χρόνια να το ανεβάσεις;Μου πήρε δώδεκα χρόνια και αρκετές απορρίψεις για να καταφέρω να το ανεβάσω. Μόλις το τελείωσα, πήγα και το έδειξα σε παραγωγούς, οι οποίοι με αντιμετώπισαν από χλιαρά έως και αδιάφορα. Δεν πίστευαν ότι αυτό το έργο αφορά το ελληνικό θεατρικό κοινό. Κάποια στιγμή, προσέγγισα άλλους παραγωγούς λέγοντας ψέματα ότι τάχα το έργο αυτό το έγραψε κάποιος Αγγλος συγγραφέας. Ενθουσιάστηκαν. Μου έλεγαν «πού το ανακάλυψες αυτό το έργο; Καλά, μιλάμε για μεγάλη επιτυχία! Και παίζεται τώρα στο Λονδίνο ε;». Για να μη σου τα πολυλογώ, κατάφερα και έπεισα κάνα δυο να μου το ανεβάσουν, όταν όμως ήρθε η στιγμή της αλήθειας και τους είπα ότι το έργο είναι δικό μου, υπαναχώρησαν και αποσύρθηκε το ενδιαφέρον. Ετσι λοιπόν, το έργο είχε μείνει στο συρτάρι μου μέχρι τη στιγμή που συνάντησα τη Νίνα Λοτσάρη και τον σύζυγο της Κωνσταντίνο Σκορδάλη.
- Τι έγινε σε αυτήν τη συνάντηση;Καλά, αυτή η συνάντηση είναι κινηματογραφικό story. Με είχε προσκαλέσει σε έναν παιδότοπο σε παιδικό πάρτι η δημοσιογράφος Μαρία Καλπάκη, της οποίας ο γιος είναι στην ίδια ηλικία με τον δικό μου γιο, τον Γιάγκο. Πήγα λοιπόν στον παιδότοπο και εκεί συνάντησα τυχαία τη Νίνα με τον Κωνσταντίνο, οι οποίοι συνόδευαν την κόρη τους. Καθίσαμε μαζί στο ίδιο τραπέζι και συζητούσαμε περί ανέμων και υδάτων. Κάποια στιγμή, λέει η Νίνα στον Κωνσταντίνο δεν δίνουμε στην Μπέσυ τη δεύτερη σκηνή του «Casablanca» για να ανεβάσει κάποιο έργο που θέλει; Ακουσα με μεγάλη χαρά αυτήν την πρόταση της Νίνας, αλλά δεν ήμουν ενθουσιασμένη γιατί εκείνη την εποχή αντιμετώπιζα κάποια προβλήματα υγείας και με απασχολούσαν άλλα πράγματα. Ο Κωνσταντίνος απάντησε θετικά στην πρόταση της Νίνας, με ρώτησε αν είχα κάποιο θεατρικό υπόψη μου, του είπα για το έργο μου και τέλος πάντων αυτή η συζήτηση κατέληξε λέγοντάς τους θα σας δώσω το έργο να το διαβάσετε και από εκεί και πέρα βλέπουμε… Το διάβασαν το έργο και τους άρεσε πολύ. Συμφωνήσαμε να το ανεβάσουμε Δευτέρα - Τρίτη στη μεγάλη σκηνή του «Casablanca» και από εκεί και πέρα περιμέναμε να κριθούμε από τον κόσμο.
- Η παράσταση πάντως έγινε αμέσως μεγάλη επιτυχία.Της πήρε μία εβδομάδα για να θεωρηθεί επιτυχημένη. Συνέβη το εξής πολύ ενδιαφέρον: στην πρεμιέρα, όπως συνηθίζεται άλλωστε, καλέσαμε το κοινό του πούρου και της γούνας, το οποίο μας αντιμετώπισε χλιαρά να το πω, υποτονικά να το πω… Δεν τους κερδίσαμε. Ερχόταν στα καμαρίνια και μας έλεγαν «ναι, εντάξει, καλό είναι, αλλά εμείς περάσαμε καλύτερα στο δεύτερο μέρος». Το δεύτερο μέρος είναι ένα μουσικό πρόγραμμα που φτιάξαμε με κάποια ροκ κομμάτια, άμεσα όμως συνδεδεμένα με το πνεύμα και το ύφος του έργου. Δεν σου κρύβω ότι αυτή η αντιμετώπιση με προβλημάτισε. Ενιωσα ότι το κοινό της επίσημης πρεμιέρας δεν μας γούσταρε και άρχισα να αναρωτιέμαι το γιατί. Και πάνω που αναρωτιόμουν, στο θέατρο μπήκε ο απλός κόσμος, οι απλοί θεατές. Η παράσταση άρχισε να δουλεύει από στόμα σε στόμα και πρέπει να σου πω ότι έχουμε μέχρι και φανατικούς θεατές. Υπάρχει θεατής που είδε το έργο δεκαεφτά φορές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου